Μελέτη σχεδίου προσβασιμότητας - Σχολείο

Περίπτωση μελέτης σχεδίου προσβασιμότητας στο 2ο – 3ο Δημοτικό σχολείο του δήμου Παπάγου Αττικής σύμφωνα με τις ανάγκες για ομαλή ένταξη και φοίτηση παιδιού με αριστερή ημιπληγία
 ΕΙΣΑΓΩΓΗ:
Ως κτίρια που χρησιμοποιούνται από το κοινό ορίζονται τα κτίρια ή τμήματα κτιρίων ή δομικά έργα ή υπαίθριοι χώροι που περιορίζονται από δομικά στοιχεία και χρησιμοποιούνται από το κοινό για κοινωνικές, οικονομικές, εμπορικές, θρησκευτικές, επιστημονικές, εκπαιδευτικές, πολιτιστικές, ψυχαγωγικές ή αθλητικές εκδηλώσεις και δραστηριότητες, καθώς επίσης και για προσωρινή διαμονή και αναμονή συγκοινωνιακών μέσων.
Ένα σχολείο πρέπει να προσφέρει σε κάθε μαθητή την ευκαιρία να συμμετέχει στις δραστηριότητες που προτείνει και να χρησιμοποιεί τα ωφέλη του με τρόπο άμεσο, ευθύ και αυτόνομο όσο είναι δυνατόν.
Η προσβασιμότητα προϋποθέτει δύο πράγματα: την επάρκεια των σχολικών πρακτικών (συμπεριλαμβανομένων των προγραμμάτων και στρατηγικών που αφορούν τα παιδιά που έχουν ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες) και την άνεση του φυσικού εξοπλισμού.
Ένα προσβάσιμο λοιπόν σχολείο οφείλει να διαθέτει ένα δίκτυο χώρων προσβάσιμων. Αυτό το δίκτυο πρέπει να αποτελείται από μία διαδρομή προσβάσιμη που να ενώνει το σημείο εισόδου όσον αφορά την εξωτερική περίμετρο του σχολείου προς τους υπόλοιπους προσβάσιμους χώρους. Αυτή η διαδρομή πρέπει να είναι συνεχής, μη διακοπτόμενη, ομοιογενής και αρμονική όσο είναι δυνατόν και να επικοινωνεί με τις κύριες διαδρομές κυκλοφορίας του κτιρίου.
 
ΕΠΟΜΕΝΩΣ:
Η ποιότητα ζωής και η ανεξαρτησία κάθε μαθητή στο σχολικό περιβάλλον, ανεξαρτήτως αν αυτός βρίσκεται σε κατάσταση αναπηρίας ή όχι, αποτελούν πρωτίστως τους κυρίαρχους σκοπούς αυτού του ατόμου και κατόπιν του περίγυρού του. Η γνώση που προσφέρεται σε κάθε σχολικό πλαίσιο σε συνδυασμό με την ασφάλεια στις μετακινήσεις μέσα και έξω από αυτό με σκοπό την καλλιέργεια των σχολικών δεξιοτήτων και δραστηριοτήτων αποτελούν σημαντική αναγκαιότητα.  
Ο χώρος επομένως του σχολείου στον οποίο κάθε παιδί περνάει περίπου το ένα τρίτο της ημέρας του, οφείλει να είναι προσβάσιμος ώστε να εξυπηρετεί στο μέγιστο τις ανάγκες κάθε παιδιού μειώνοντας ταυτόχρονα το άγχος και την ανασφάλεια που θα νιώσει όταν βρεθεί σε χώρο που θα εμποδίζει και θα εγκλωβίζει την ανεξαρτησία και ταυτότητά του.
Εν κατακλείδι, ο μαθητής διαχειριζόμενος το σχολικό περιβάλλον χρησιμοποιώντας το σύνολο των χώρων και των εξοπλισμών ελέγχοντας ταυτόχρονα την ανταλλαγή πληροφοριών ανάμεσα στους εκάστοτε συμμαθητές και εκπαιδευτικούς, θα μπορέσει να αποβάλλει το αίσθημα περιθωριοποίησης, να αναλάβει ρόλους, να γίνει πιο υπεύθυνος, να συμμετάσχει σε ομάδα και να προσανατολίσει τη ζωή του παίρνοντας αποφάσεις που θα τον βοηθήσουν αργότερα.